Short stories

Ξημέρωμα Κυριακής

Τωρα η ώρα είναι 5. Οι θορυβοι που με ανταμώνουν είναι συγκεκριμένοι. Το ψυγείο που φανερώνει ότι ζει και καταψύχει, ένα λεωφορείο που πατάει φρένο. Το φαντάζομαι με λιγοστούς επιβάτες με πρησμένα μάτια. Τους βλέπω που κάθονται μακριά ο ένας από τον άλλον, να κοιτούν μπροστά να νιώθουν τη μάχη της υγρασίας με τον κλιματισμό.

Πού και πού κάποιο νιαούρισμα κι ένα κουνούπι που γυρίζει στο δωμάτιο και με αναγκάζει να διακόψω τη ζωή προσπαθώντας να σβήσω το σημάδι από τον αστράγαλό μου με τα νύχια μου.

Ξημέρωσε Κυριακή κι η ζωή κυλάει όπως συνήθως. Κι όμως κάτι έχει αλλάξει. Έχω μία μηχανική κούραση στο εσωτερικό των ποδιών μου, στην περιοχή της λεκάνης, ένα κάψιμο στο στομάχι. Και μια σιωπηλή πλήρωση χαμηλά που με κυριεύει. Έχω κοντά μου τη μυρωδιά σου. Έχω την ανάμνηση του χθες που κατακτήσαμε.

Δεν είναι παράξενο που σε αυτές τις κρυφές συναντήσεις ζούμε όλη μας τη ζωή;